- παρεόντι
- πάρειμι 1sumpres part act masc/neut dat sg (epic doric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τρόπος — ο, ΝΜΑ 1. μέσο, μέθοδος, είδος, σύστημα ενέργειας (α. «τρόπος διδασκαλίας» β. «οὐ γὰρ δῆ τρόπῳ τῷ παρεόντι χρεώμενοι δυνατοί εἰμεν οἰκέειν τὴν χώραν», Ηρόδ.) 2. (σχετικά με λόγο) ύφος, είδος έκφρασης 3. μτφ. συμπεριφορά, διαγωγή, φέρσιμο (α. «δεν … Dictionary of Greek
παρεόντ' — παρεόντα , πάρειμι 1 sum pres part act masc acc sg (epic doric ionic) παρεόντα , πάρειμι 1 sum pres part act neut nom/voc/acc pl (epic doric ionic) παρεόντι , πάρειμι 1 sum pres part act masc/neut dat sg (epic doric ionic) παρεόντε , πάρειμι 1… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)